- ραδιομετεωρολογία
- η, Ν(μετεωρ.) κλάδος τής μετεωρολογίας, ο οποίος έχει ως αντικείμενο τη μελέτη τής κατώτερης ατμόσφαιρας με τη βοήθεια ραδιοηλεκτρικών μέσων, καθώς και τών επιδράσεων τών διαφόρων καιρικών στοιχείων στα ραδιοηλεκτρικά κύματα, ενώ τα αποτελέσματά τής μελέτης αξιοποιούνται για την ανάλυση και πρόγνωση τού καιρού.[ΕΤΥΜΟΛ. Νόθο αντιδάνειο συνθ., πρβλ. γαλλ. radiometeorologie (< λατ. radius «ακτίνα» + μετεωρολογία)].
Dictionary of Greek. 2013.